Παρασκευή 15 Φεβρουαρίου 2013

Του Αγίου Βγαλεγδύvου τα Ανήμερα


Του Αγίου Βαλεντίνου ανήμερα παντού βλέπεις καρδούλες,  λουλούδια, λίμνες με σορόπια και δεν συμαζεύτε. Εγώ πήρα την απόφαση να δω νοσοκόμες.

Περνάγανε πέρα δώθε τις κοίταγα, με κοιτάγανε πίσω, τις κοίταγα από πίσω. Γενικά γινόταν παιχνίδι.

Περίμενα να με πάρει καμμία από το χεράκι να μου δώσει προτεραιότητα, αλλά στο μουνί τους. Προφανώς δεν είχαν καταλάβει ποιός και τι είμαι.

Αφού εξετάστηκα από διάφορους εν δυνάμει ιατρούς περαπέμφθηκα στο ιατρείο με τα ξεκολάκια που κοίταζα. Δεν νομίζω να ήταν τυχαίο κάποια νοσοκόμα από άλλο διπάρτμεντ θα σφύριξε οτι έρχεται ένας καυλιάρης.

Η αναμονή ατελείωτη αλλά το νοσοκομουνί θέλει υπομονή.

Μπαίνω μέσα.
-         Γδύσου, λέει η νοσοκόμα
-         Έτσι στην ψύχρα?, ρωτάω. Να μην γνωριστούμε πρώτα?

Μετά από ένα χάχανο, κάλεσμα για ξέσκισμα μετά την εφημερία μου λέει:
-         Ξάπλωσε θα σε γδύσω εγώ.

Μου βγάζει την μπλούζα και νιώθω μια σταγόνα στο δασύτριχο στήθος μου. «Καυλόσαλα» σκέφτομαι.

Κοιτάω λίγο πιο κάτω και βλέπω το ροζ παντελόνι της στολής της, υγρό στην βουβονική περιοχή της. Προσπαθεί να μου βάλει τα κλιπσάκια για τον καρδιογράφο αλλά την βλέπω να τρέμει, και να σημειώσω πως έκανε και ζέστη.

-         Μόλις τελειώσουμε με το καρδιογράφημα έλα να σου κάνω ένα μουνογράφημα να ηρεμίσεις... τις λέω.

Γυρνάει το λάγνο βλέμμα της αλλά δεν απαντάει.

-         Θα πρέπει να σε ξυρίσω για να κολλήσουν οι βεντούζες, μου λέει προσπαθώντας να τις στερεώσει πάνω στο δασύ μου στέρνο.
-         Δεν θέλω να με ξυρίσεις, τις λέω.
-         Γιατί καλέ? Εμείς γιατί ξυριζόμαστε?
-         Γιατί μετά δεν θα έχει ωραία αίσθηση όταν με χαιδεύεις... Είσαι και κάτω ξυρισμένη? Για αυτό έχεις γεμίσει ζουμιά το πάτωμα?   
-         Αχ δέν μπορώ να τα στερεώσω!
-         Να σου τα κρατάω εγώ?
-         Οχι εσύ κράτα τα βυζιά μου. Θα φωνάξω την Μαρία να με βοηθήσει. Μαρίαααα... Έλα λίγο.
Σκάει το έταιρο νοσοκομούνι βλέπει την άλλη μέσα στην καύλα και γουρλώνει τα μάτια καθώς προσπαθεί να στερεώσει τις βεντούζες. Απλώνω το χέρι και με το μεσαίο δάχτυλο ακουμπάω το γεννετίσιο της. Πρέπει να χτύπησα καυλόφλεβα γιατί άρχισε να στάζει και αυτη. Το άλλο μου χέρι στο βυζί της άλλης δεν λέει να ξεκολλήσει. Βεντουβύζωσε.

-         Δεν βγάζει τίποτα το μηχάνημα, δεν του βγάζεις το παντελόνι μήπως κάνει καμιά εμπλοκή?
Μου κατεβάζει το παντελόνι μαζί με το μποξεράκι μάλλον καταλάθος (και καλά) και ξαναπατάει το κουμπί.

-         Τίποτα πάλι. Κάντου κάτι να ανέβουν οι σφυγμοί.

Και σκύβει και αρχίζει να πεολήχει.

-         Τίποτα πάλι. Άσε να δοκιμάσω και εγώ.

Αλλάζουν θέση, αλλάζω χέρια, καταφέρνουν να μου κάνουν καρδιογράφημα.

-         Μια χαρά είσαι εσύ, μου λένε με ένα στόμα ένα μουνι. Εμείς είμαστε χάλια.  Αφού δεν έχεις τίποτα γιατί ήρθες εδώ και μας αναστάτωσες?
-         Γιατί σήμερα γιορτάζω του Αγίου Βγαλεγδύνου τα Ανήμερα.  Βγάλτε τα όλα, γδυθείτε για να ζεσταθώ και να μου περάσει η ψύξη.